Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

49,6% υπέρβαση πάνω από το όριο του “κλειστού” προϋπολογισμού τα νοσοκομειακά φάρμακα. Τις πταίει;

Η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη του 2016 εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 853 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που είναι υψηλότερο κατά 283 εκατομμύρια ή 49,6% από το όριο του “κλειστού” προϋπολογισμού και 16,2% υψηλότερο από τη δαπάνη του 2015.
Μόλις για οκτώ μήνες επαρκεί το κονδύλι που έχει προϋπολογιστεί φέτος για φάρμακα στα νοσοκομεία.
Το υπουργείο Υγείας εμφανίζεται να έχει υποεκτιμήσει τις πραγματικές ανάγκες, με αποτέλεσμα στο τέλος του έτους ο “κλειστός” προϋπολογισμός θα έχει ξεπεραστεί κατά 283 εκατομμύρια ευρώ.

Τη διαφορά αυτή καλούνται να πληρώσουν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις, μέσω του αυτόματου μηχανισμού επιστροφών (clawback).
Πρόκειται για ποσό – μαμούθ, το οποίο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην αγορά, όπως ήταν αναμενόμενο.
Οι ειδικοί κάνουν λόγο για ανάγκη αναπροσαρμογής των “κλειστών” προϋπολογισμών νοσοκομείων και ΕΟΠΥΥ κατά 200 έως 250 εκατομμύρια ευρώ, υπό τον όρο ότι θα προχωρήσουν μέτρα, όπως η διείσδυση γενοσήμων κατά 60% και η αξιολόγηση καινοτομίας (ΗΤΑ).
Τα παραπάνω αναφέρθηκαν τη Δευτέρα σε εκδήλωση με θέμα “Σύγχρονες Προκλήσεις και Προτάσεις για ένα Βιώσιμο Σύστημα Yγείας”, που διοργάνωσε η πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία Roche, παρουσία ειδικών στον χώρο της Οικονομίας της Υγείας.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της Roche Hellas Anne Nijs, εξέφρασε την έντονη ανησυχία της για τη βιωσιμότητα του συστήματος Υγείας, καθώς όπως είπε “δεν εγγυάται τη βιωσιμότητα των παρόχων του, θέτει σε κίνδυνο την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, οι οποίες βελτιώνουν τον τρόπο αντιμετώπισης των νόσων”.
Στην εκδήλωση επισημάνθηκε πως η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη το 2015 ήταν 734 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που κάλυψε την πραγματική ετήσια ανάγκη.
Το 2016, ορίστηκε αυθαίρετα “κλειστός” προϋπολογισμός στα 570 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που υστερεί κατά 164 εκατομμύρια από την πραγματική δαπάνη του 2015.
Η συνολική δαπάνη του τρέχοντος έτους εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 853 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που είναι υψηλότερο κατά 283 εκατομμύρια ή 49,6% από το όριο του “κλειστού” προϋπολογισμού και 16,2% υψηλότερο από τη δαπάνη του 2015.
Ο καθηγητής Νίκος Μανιαδάκης υπογράμμισε πως υπάρχει ανάγκη αύξησης των δημόσιων προϋπολογισμών για φάρμακα κατά 200 έως 250 εκατομμύρια ευρώ, υπό τον όρο ότι θα υπάρξουν συμπληρωματικές διαρθρωτικές αλλαγές.
Ο κ. Μανιαδάκης έκανε λόγο για ανάγκη εφαρμογής πολιτικών ελέγχου της χρήσης των φαρμάκων με στόχο, την καθολική και ισότιμη κάλυψη της υγειονομικής ανάγκης, τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας και τον έλεγχο της φαρμακευτικής δαπάνης.
Προς αυτήν την κατεύθυνση – είπε – θα συμβάλει η σταδιακή οριακή διαχρονική αύξηση του προϋπολογισμού της δημόσιας δαπάνης για ενδονοσοκομεικά και εξωνοσοκομειακά φάρμακα, με βάση τα δημογραφικά και λοιπά δεδομένα της Ελλάδας σε συνδυασμό με την εφαρμογή δομικών μεταρρυθμίσεων.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα πάψουν να έχουν μόνο δημοσιονομικό προσανατολισμό και δε θα είναι οριζόντιες, δημιουργώντας στρεβλώσεις και κινδύνους αναφορικά με την πρόσβαση των ασθενών τόσο σε καινοτόμες όσο και σε φθηνές θεραπείες στο μέλλον και συνεπώς θέτοντας κινδύνους στο σύστημα.
Αναφορικά με τα καινοτόμα, τα υψηλής συνολικά δαπάνης φάρμακα που είτε θα έρθουν στον μέλλον είτε εισήχθησαν πρόσφατα στο σύστημα υγείας, πρέπει να εφαρμοστεί κατά τα διεθνή πρότυπα αξιολόγηση τεχνολογίας υγείας (health technology assessment) από φορέα που είναι σχετικά εύκολο να υλοποιηθεί.
Με τον τρόπο αυτό, η αποζημίωση τους να βασίζεται στην “αξία” που αποφέρουν, όπως αυτή μετριέται συνάρτηση του οφέλους για τον ασθενή, αλλά και ευρύτερα το σύστημα υγείας και την κοινωνία.
Ο Αθανάσιος Βοζίκης, επίκουρος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, του Πανεπιστημίου Πειραιώς και Διευθυντής του Εργαστηρίου "Οικονομικών και Διοίκησης της Υγείας", ανέφερε πως οι περιοριστικές συνθήκες που διαμορφώνονται στη φαρμακευτική περίθαλψη από την εφαρμογή οριζόντιων μέτρων, όπως το νοσοκομειακό clawback, και η απουσία ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων δημιουργούν στρεβλώσεις στην αγορά οι οποίες αναμένεται να δημιουργήσουν εμπόδια στην πρόσβαση των ασθενών σε φάρμακα τώρα και στο μέλλον.
Πηγή: iatronet.gr